ΥΠΑΡΞΗ

O υπαρξισμός είναι ένα σύγχρονο φιλοσοφικό ρεύμα, που παίρνει το όνομά του από την αντίληψη ότι η φιλοσοφία δεν είναι αντικειμενική ή θεωρητική επιστήμη, αδιάφορη για την ύπαρξη του ανθρώπου που τη δημιουργεί, αλλά αντίθετα συνδέεται αδιάσπαστα με την πραγματική και συγκεκριμένη ύπαρξη του ανθρώπου: του ανθρώπου που νοείται στην ανεπανάληπτη πρωτοτυπία του ως ατόμου που προορίζεται να πεθάνει και όχι ως είδους ή καθολικής ουσίας.

Η «ύπαρξη», με την έννοια αυτή, δεν είναι κάτι που μπορεί να εξεταστεί γενικά και θεωρητικά. Οι έννοιες ή οι αξίες, στις οποίες η κατά παράδοση φιλοσοφία πίστεψε πως θα μπορούσε να πλαισιώσει και να αναγάγει το νόημα της ανθρώπινης ζωής, έχουν όρο αναφοράς τους, κατά τον υ., ένα απρόσωπο και αφηρημένο ανθρώπινο υποκείμενο, το «μέσο» άνθρωπο ή το μέσο όρο των ανθρώπων και όχι τον πραγματικό άνθρωπο.


Αλλά η αυθεντική «ύπαρξη» είναι, αντίθετα, πάντα «προσωπική» ύπαρξη, εξαίρεση που ξεφεύγει από κάθε κανόνα και ταξινόμηση. Είναι, με λίγα λόγια, απόλυτη ελευθερία. Επειδή δεν στηρίζεται a priori σε καμιά καθολική αξία, η «ύπαρξη» είναι ελευθερία τόσο με την έννοια ότι είναι «δυνατότητα» να δημιουργεί και να κατακτά για τον εαυτό της μια σημασία, όσο και με την έννοια ότι είναι όρος ριζικής αβεβαιότητας και προβληματικής. Ο άνθρωπος είναι μια «δυνατότητα» που «μπορεί» σε κάθε στιγμή, να μην είναι και να καταστραφεί.

Για να πραγματοποιηθεί, οφείλει να αντιληφθεί την «ευθύνη» ότι η έννοια της ζωής του βρίσκεται απόλυτα στα χέρια του: ότι η έννοια αυτή είναι το να «εκλέξει» και να δημιουργήσει από το μηδέν. Αλλά η απεριόριστη αυτή ελευθερία θέτει, ταυτόχρονα, τον άνθρωπο μπροστά στην εμπειρία που δεν προσφέρει καμιά εγγύηση και που είναι καταδικασμένη στο ναυάγιο και στον θάνατο. Από το δράμα αυτό της «ύπαρξης», που δεν έχει κάθαρση και λύτρωση, δεν μπορούμε ωστόσο να ξεφύγουμε χωρίς να αρνηθούμε τον εαυτό μας.

Ο άνθρωπος που, μέσα στην προσπάθεια να ξεφύγει από το άγχος και την εμπειρία του Μηδενός, αναζητά καταφύγιο στον «ασφαλή» και φαινομενικά «εξασφαλισμένο» κόσμο του συμβιβασμού και της καθημερινότητας, χάνει στην πραγματικότητα τον εαυτό του και την προσωπικότητα του, γιατί γίνεται ο ανώνυμος άνθρωπος ή ο άνθρωπος της «μάζας», που παραιτήθηκε από την ελευθερία του για χάρη των συμβάσεων και των αξιών της χυδαίας «καθημερινότητας». Η «αυθεντική» ύπαρξη είναι καταδικασμένη στην αποτυχία και στη συντριβή, αλλά, σε αντάλλαγμα, είναι «ηρωική» ύπαρξη, προσωπική, μόνη, που ζει με την ευθύνη και τον κίνδυνο.

Η «μη αυθεντική» προσωπικότητα του κοινού ανθρώπου είναι, αντίθετα, μια ύπαρξη απρόσωπη και αυτοματική, όπου ο άνθρωπος δεν είναι πια ελεύθερο άτομο, αλλά μόνο μέλος του είδους. Η εμπειρία της ελευθερίας και του άγχους είναι μια εμπειρία τρομερή, αλλά και ζήτημα τιμής. Η καθημερινή ύπαρξη, αντίθετα, είναι μια ύπαρξη εξωπραγματική, πλασματική, μια «βιωμένη ύπαρξη», αντί να είναι ένα «ζην», όπου προσπαθεί κανείς να ξεφύγει από το κενό του άγχους με το σεβασμό και την αφοσίωση στις αξίες της πρακτικής και της κατεστημένης κοσμικότητας.